Παιχνίδι με τις λέξεις
Μάρτιος 2016 | Θέατρο Άνετον
Φεβρουάριος 2016 | Θέατρο Κλειώ (Τμήμα Θεάτρου Α.Π.Θ.)
Home » Παραστάσεις » Παιχνίδι με τις λέξεις
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
Μία κατάδυση στις πρώτες παιδικές αναμνήσεις, εκεί όπου είναι ριζωμένες οι πρώτες λέξεις επιχειρεί η ηρωίδα του μυθιστορήματος Παιχνίδι με τις λέξεις (2004) της πολυβραβευμένης συγγραφέα Τζέννυ Έρπενμπεκ. Μέσα από την καλειδοσκοπική οπτική ενός μικρού κοριτσιού, αναδύονται οι λέξεις και οι εικόνες που θα συνθέσουν την εφιαλτική τοιχογραφία μιας χώρας. Η προσωπική ιστορία της διασταυρώνεται με την Ιστορία της Αργεντινής στα χρόνια του Βρόμικου Πολέμου: πτήσεις θανάτου, παράνομες υιοθεσίες, βασανιστήρια, επιχείρηση Κόνδωρ. Ένα από τα χιλιάδες “χαμένα παιδιά” αναζητά τις ρίζες του αλλά και την ταυτότητα της χώρας του μέσα από μια οδυνηρή κάθοδο στη μνήμη. Οι νεκροί της ξυπνούν και την επισκέπτονται, φαντάσματα μιας χώρας που ερημώνεται. Την ίδια διαδρομή ακολουθούν πλάι της δύο ακόμη νεαρά κορίτσια. Σύντροφοι στο οδοιπορικό της αλήθειας. Τραγικές φιγούρες της ίδιας Ιστορίας. Η παράσταση Παιχνίδι με τις λέξεις επιχειρεί να μιλήσει διαμέσου της μνήμης για τη Μνήμη. Στόχος της είναι να κατανοήσει την έννοια του τραύματος (προσωπικού και εθνικού), να καταγγείλει τα εγκλήματα των συγκεντρωτικών καθεστώτων και τη συγκάλυψή τους και κυρίως να αντιταχθεί στη Λήθη. 30.000 άνθρωποι. 30.000 αγνοούμενοι. Πού είναι;
Μετάφραση / Αλέξανδρος Κυπριώτης
Σκηνοθεσία/ Κλαίρη Χριστοπούλου
Διασκευή-Δραματουργία/ Κλαίρη Χριστοπούλου, Ματίνα Παγουλάτου
Σκηνικά-Κοστούμια/ Ελίνα Ευταξία
Μουσική/ Κωστής Βοζίκης
Σχεδιασμός φωτισμών/ Ελίνα Ευταξία, Κλαίρη Χριστοπούλου
Οργάνωση παραγωγής/ Χριστίνα Ζαχαροπούλου
Χειρισμός κονσόλας φωτισμού/ Κωνσταντίνα Δούκα-Γκόση, Βίκυ Καλαϊτζίδου
Χειρισμός κονσόλας ήχου/ Πολύκαρπος Φιλιππίδης
Φωτογραφίες/ Buba Soso Gabedava, Στέλιος Τράκας, Λευτέρης Τσινάρης (rejected.gr)
Trailer/ Buba Soso Gabedava
Σχεδιασμός αφίσας/ Έλλη Χρονιάρη, Δήμητρα Παράσχου
Επιμέλεια προγράμματος/ Ματίνα Παγουλάτου
ΕΠΙ ΣΚΗΝΗΣ
Νατάσσα Αστρεινίδη
Αργύρης Ζαφείρης
Γεωργία Κυριαζή
Εμμανουέλα Σφυρίδη
Κλαίρη Χριστοπούλου
Έλλη Χρονιάρη
Θέατρο Άνετον, συμμετοχή στο Φεστιβάλ του Δήμου Θεσσαλονίκης
«Ανοιχτή Σκηνή – Θεατρικές φωνές της πόλης» | Μάρτιος 2019
(συμπαραγωγή με την 42zone Collective )
Studio Vis Motrix | Μάιος 2019
Η θεατρική ομάδα, “‘Άνθρωπος στη θάλασσα”, συμμετέχει με την παράσταση, “Παιχνίδι με τις λέξεις” της Τζέννυ Έρπενμπεκ σε μετάφραση Αλέξανδου Κυπριώτη, στη διοργάνωση, “Ανοιχτή Σκηνή- Θεατρικές Φωνές της πόλης” του Δήμου Θεσσαλονίκης. ‘Ενας συνεχής διάλογος όπου η προσωπική ιστορία συναντά την Ιστορία και η αναγκαιότητα της ιστορικής μνήμης παλεύει να επιβιώσει σε μια εποχή που φαίνεται να ξεχνά ανερυθρίαστα και εύκολα το παρελθόν της. Η Κλαίρη Χριστοπούλου, σκηνοθέτης της παράστασης, μας μιλά για το ζήτημα της ατομικής ευθύνης, όπως αυτό προβάλλεται μέσα από το έργο αλλά και επεκτείνεται σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας.[…]
Γιώτα Κωνσταντινίδου – 10 Μαρτίου 2016
Διαβάστε ολόκληρη την κριτική ΕΔΩ.
η διαδρομή από το μυθιστόρημα στην παράσταση Διάβασα το μυθιστόρημα μέσα σε λίγε ώρες. “Απνευστί”, όπως συμβουλεύει τον αναγνώστη ο μεταφραστής του, Αλέξανδρος Κυπριώτης. Και σκέφτηκα ότι η ταραχή που μου προξένησε δεν θα ησύχαζε μέσα μου αν δεν την μετουσίωνα σε κάτι άλλο, που να μπορώ να το μοιραστώ και με άλλους ανθρώπους. Πώς όμως να μεταφέρω στη σκηνή μια ως επί το πλείστον πρωτοπρόσωπη, χειμαρρώδη και σχεδόν παραληρηματική αφήγηση; Και ποια πρέπει να είναι τα πρώτα ερωτήματα που πρέπει να θέσω στον εαυτό μου; Το κείμενο που ακολουθεί εκφράζει και επιχειρεί να απαντήσει στα ερωτήματα που τέθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της διαδρομής, που ξεκίνησε από το τέλος της ανάγνωσης και ολοκληρώθηκε όταν ανοίξαμε τις πόρτες της δουλειάς μας στους πρώτους μας θεατές.
Γιατί αυτό το έργο; Γιατί μία συγγραφέας από την πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας επιλέγει να μιλήσει για μια χώρα όπου “ο ήλιος πάντα λάμπει και λάμπει” και που ποτέ δεν κατονομάζεται; Τι κοινό έχει η χούντα της Αργεντινής με τη χώρα της; Ή μάλλον με την πρώην χώρα της, που “δικαίως, επιτέλους, δόξα τω Θεώ, ήταν καιρός πια, κατέρρευσε, όπου, τι ανοησία, υπήρχανε λαϊκές επιχειρήσεις, την Πρωτομαγιά κόκκινα γαρίφαλα για το πέτο, νοθευμένες εκλογές, γέροι με τραγιάσκες απ’ τον Ισπανικό Εμφύλιο και ως μάθημα του σχολείου η Διαλεκτική“.
Έχουν εξαφανιστεί εκείνες οι ανατολικές λέξεις που εξυπηρετούσαν τη δήλωση της πραγματικότητας, που έχει εξαφανιστεί. Όταν θέλω τώρα να μιλήσω γι’ αυτές τις λέξεις, μπορώ να προσπαθήσω να περιγράψω τι σήμαιναν αντικειμενικά, αλλά το περιεχόμενό τους κατοικεί σε μια άλλη απρόσιτη πλέον όχθη. Δεν μπορώ να μεταφράσω αυτές τις λέξεις, επειδή δεν υπάρχουν ισοδύναμά τους στα δυτικά Γερμανικά. Μπορώ να τις εξηγήσω, αλλά μόνο με το κεφάλι της τωρινής εποχής. Δεξιά είναι όπου ο αντίχειρας είναι αριστερά. Οι λέξεις κουβαλούσαν το αυτονόητο της ζωής, κι εκείνο το αυτονόητο εγώ τώρα πρέπει να το αφαιρώ. Τότε μένει η γελοιότητά τους, η γελοιότητα κάποιου πράγματος που έχει ηττηθεί, την οποία εκείνον τον καιρό ωστόσο δεν κουβαλούσαν.
«Στο επέκεινα των αχρήστων. Μία επίσκεψη στο οστεοφυλάκιο», στο: Παιχνίδι με τις λέξεις, σ.143-149
«Ostalgie»: (Ost: ανατολή, ανατολικός). Ο –συχνά υποτιμητικός– νεολογισμός της γερμανικής γλώσσας που εμφανίστηκε μετά την πτώση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, «είναι ένα απομεινάρι της γερμανικής “Nostalgie” που έχασε το αρχικό της Ν⋅ ουσιαστικά όμως είναι αυτό που δηλώνει ο σχηματισμός της: μία καρατομημένη νοσταλγία, για να εκφράζει τον ψυχικό πόνο που γεννά ο αδύνατος πλέον γυρισμός σε μια πατρίδα που μπορεί γεωγραφικά να διευρύνθηκε ρίχνοντας τα τείχη της, αλλά ψυχολογικά ισοπεδώθηκε.», όπως σημειώνει ο Αλέξανδρος Κυπριώτης στο επίμετρο της Ιστορίας του γερασμένου παιδιού της Τζέννυ Έρπενμπεκ. Η κουλτούρα μιας χώρας, ή καλύτερα ενός λαού, μπορεί να σβηστεί με διάφορους τρόπους. Μπορείς να δολοφονήσεις πρώτα «τους λεγάμενους». Και μετά τους φίλους τους. Και μετά αυτούς που θυμούνται. Αυτούς που φοβούνται. Και στο τέλος όλους. Όλους όλους. Όπως συμβαίνει στο Παιχνίδι με τις λέξεις. Ή μπορείς να κάνεις τις λέξεις να μην σημαίνουν τίποτα πια: εφημερίδα τοίχου, Διευρυμένο Ανώτερο Σχολείο, Τομεακός Πληρεξούσιος, Ταξιδιωτικό Στέλεχος. «Οι δική μου η ανάμνηση», γράφει η Έρπενμπεκ, «στηρίζεται σε μια πραγματικότητα που έχει καταρρεύσει, ως ανάμνηση είναι όμως πραγματική.» Η κατάρρευση της πραγματικότητας για την ηρωίδα του μυθιστορήματος έρχεται όταν της αποκαλύπτεται ότι είναι ένα από τα «χαμένα παιδιά» που υιοθετήθηκαν από τους καθεστωτικούς της χούντας του Βιδέλα έπειτα από τη δολοφονία των οικογενειών τους. «Τι θέλω να κάνω τώρα, με ρωτάνε, τώρα που ο πατέρας μου κι η μητέρα μου πρέπει να πάνε στη φυλακή κι ο πατέρας μου κι η μητέρα μου είναι καιρό πια νεκροί. Να κοιμηθώ, λέω εγώ.» Αλλά η λήθη μπορεί να έρθει και με άλλους τρόπους. Μπορείς να αποφυλακίσεις έπειτα από μερικούς μήνες τους βασανιστές «των λεγάμενων» και σε λίγα χρόνια, με τη βοήθεια της δικαιοσύνης, να έχουν όλα ξεχαστεί. Και σε λίγα χρόνια, δωσίλογοι και βασανιστές να είναι μάλιστα και βουλευτές. Και κάπου εδώ μπαίνει στο παιχνίδι και η δική μου χώρα.